Η Κύπρος συγκαταλέγεται μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών που έχουν τον υψηλότερο αριθμό δικηγόρων αναλογικά με τον πληθυσμό τους, σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης (CEPEJ) του Συμβουλίου της Ευρώπης που δημοσιεύτηκε σήμερα. Με 458 δικηγόρους ανά 100.000 κατοίκους, η Κύπρος καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση μεταξύ 45 κρατών μελών και περιοχών του Συμβουλίου της Ευρώπης, μετά το Λουξεμβούργο που έχει 488 δικηγόρους ανά 100.000 κατοίκους, σύμφωνα με στοιχεία του 2018. Ακολουθούν στην τρίτη θέση η Ιταλία με 388 και η Μάλτα, τέταρτη, με 323 δικηγόρους ανά 100.000 κατοίκους.
Η 8η έκθεση αξιολόγησης της CEPEJ, που παρουσιάζει τις κύριες τάσεις στα 45 δικαστικά συστήματα, σημειώνει επίσης ότι το επάγγελμα του δικηγόρου είναι κατά κύριο λόγο ανδροκρατούμενο σε όλες τις περιπτώσεις εκτός από την Κύπρο, τη Βουλγαρία, τη Γαλλία, τη Μάλτα, τη Βόρεια Μακεδονία, την Πορτογαλία και τη Σκωτία.
Σε ό,τι αφορά τη χρήση τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) στα δικαστικά συστήματα το 2018, η Κύπρος καταγράφει αρνητική πρωτιά, λαμβάνοντας σκορ 1,52, το χαμηλότερο στον γενικό δείκτη, ενώ ακολουθούν η Αρμενία με 2,78 και η Σκωτία με 3,06. Η Λιθουανία με 9,79 και η Πορτογαλία και η Εσθονία με 9,25 καταλαμβάνουν τις τρεις υψηλότερες θέσεις στη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών στη δικαιοσύνη. Στους επιμέρους δείκτες λαμβάνεται υπόψη η χρήση ψηφιακών εργαλείων κατά τη διαδικασία έκδοσης αποφάσεων (όπου η Κύπρος λαμβάνει 2,12), η εφαρμογή της ψηφιακής τεχνολογίας στα δικαστήρια και στη διαχείριση των υποθέσεων (2,45 για την Κύπρο), αλλά και η ψηφιακή διευκόλυνση της επικοινωνίας με τα δικαστήρια, με την Κύπρο να λαμβάνει μηδέν στον συγκεκριμένο δείκτη.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, όσον αφορά τα 45 δικαστικά συστήματα στην έκθεση αποτυπώνεται μια μικρή αύξηση μεταξύ του 2010 και του 2018 στους προϋπολογισμούς που διατίθενται στη δικαιοσύνη. Τα ευρωπαϊκά κράτη δαπανούν κατά μέσο όρο 72 ευρώ ανά κάτοικο ετησίως στο νομικό σύστημα. Ακόμη, το 65% των προϋπολογισμών διατίθεται σε δικαστήρια, στα οποία παρατηρείται η υψηλότερη αύξηση, της τάξης του 13% μεταξύ 2016 και 2018. Το υπόλοιπο 24% των προϋπολογισμών πάει στις εισαγγελικές αρχές και το 11% στη νομική αρωγή.
Ακόμη, αναφέρεται ότι οι λιγότερο εύπορες χώρες ξοδεύουν αναλογικά περισσότερα στις εισαγγελικές τους αρχές, ενώ οι πλουσιότερες χώρες επενδύουν περισσότερο στη νομική αρωγή. Όλες οι χώρες έχουν θεσπίσει μηχανισμό νομικής αρωγής για ποινικές και μη ποινικές υποθέσεις για να διασφαλίσουν την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε όλους, όπως απαιτεί η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και η νομολογία του Δικαστηρίου, προστίθεται.
Επίσης, η έκθεση καταγράφει σταθερούς αριθμούς δικαστών στα 45 κράτη μέλη (με τον μέσο όρο να είναι 21 δικαστές ανά 100.000 κατοίκους), ωστόσο αναδεικνύονται σημαντικές αντιθέσεις μεταξύ των διαφόρων χωρών, λόγω του διαφορετικού τρόπου οργάνωσης των νομικών συστημάτων ή λόγω προσφυγής σε μη επαγγελματίες δικαστές ή σε δικαστές που συνεδριάζουν περιστασιακά.
Σε σχέση με τον αριθμό των γυναικών μεταξύ δικαστών και εισαγγελέων, αναφέρεται ότι αυτός συνεχίζει να αυξάνεται, όχι όμως σε ό,τι αφορά τις διοικητικές θέσεις. Οι χώρες δίνουν έμφαση στην ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων κατά τις διαδικασίες πρόσληψης και προαγωγής δικαστών. Ωστόσο, το επάγγελμα του δικηγόρου παραμένει κατά κύριο λόγο ανδροκρατούμενο. Καταγράφεται επίσης αύξηση του αριθμού των δικηγόρων, η οποία παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών, με 164 δικηγόρους ανά 100.000 κατοίκους κατά μέσο όρο. Επίσης, φαίνεται ότι υπάρχει μείωση κατά 10% του αριθμού των δικαστηρίων μεταξύ 2010 και 2018 ενώ συνεχίζεται η εξειδίκευση των δικαστηρίων.
Μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι η ψηφιακή τεχνολογία έχει καταστεί αναπόσπαστο μέρος της παροχής υπηρεσιών στη δικαιοσύνη, με τα νομικά συστήματα που διαθέτουν τους περισσότερους πόρους να επενδύουν περισσότερο στις τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ). Οι ψηφιακές τεχνολογίες έχουν αποδειχθεί ένα πολύτιμο και ακόμη πιο αναγκαίο εργαλείο για τη συνέχιση του έργου των νομικών συστημάτων κατά τη διάρκεια της κρίσης του COVID-19, προστίθεται.
Όσον αφορά την αποδοτικότητα των νομικών συστημάτων, αναφέρεται ότι τα δευτεροβάθμια δικαστήρια φαίνεται να είναι τα πιο αποτελεσματικά, ενώ το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης είναι το πιο αποτελεσματικό. Τέλος, αναφέρεται ότι οι αιτήσεις ασύλου είχαν σημαντικό αντίκτυπο στον αριθμό των εισερχόμενων υποθέσεων το 2018 για επτά χώρες και συγκεκριμένα για Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Σουηδία.
Πηγή : ΚΥΠΕ